Προσφυγική και μεταναστευτική κρίση στο Αιγαίο

 

Πληθυσμιακές μετακινήσεις στο Αιγαίο

Η μαζική είσοδος περισσότερο από ένα εκατομμύριο «ταξιδιωτών της ανάγκης» στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2015 είναι γεγονός τεράστιας σημασίας για την ευρωπαϊκή ιστορία την ίδια στιγμή που αποτελεί κορύφωση μιας γενικότερης τάσης αύξησης των μεταναστεύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Το Αιγαίο ως εξωτερικό σύνορο της Ευρώπης έχει μακρά εμπειρία πληθυσμιακών μετακινήσεων, ωστόσο οι μεγάλες εισροές τις οποίες γνώρισε στη διάρκεια του 2015 δεν έχουν προηγούμενο τις τελευταίες δεκαετίες. Η γεωγραφική επικέντρωση της μεγαλύτερης πληθυσμιακής μετακίνησης στην Ευρώπη μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και, ειδικότερα, στη Λέσβο, που δέχθηκε πάνω από τους μισούς πρόσφυγες και μετανάστες, και η μεγάλη ανθρωπιστική κρίση, που σημάδεψε την μετακίνησή τους, αποτέλεσαν τα βασικά ερεθίσματα για την ίδρυση του Παρατηρητηρίου στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο μόνο πανεπιστημιακό ίδρυμα στο χώρο του Αρχιπελάγους.

 

«Κρίση»

Η χρήση του όρου «κρίση» καθετί άλλο παρά είναι αυτονόητη αφού έχει μια σειρά από άρρητες συνέπειες στον τρόπο που γνωρίζουμε και μιλάμε για το όποιο ιστορικό φαινόμενο. Στο βαθμό που παραπέμπει σε μια ρωγμή στο χρόνο, σε έναν «μη-τόπο» και σε μια «στιγμή αλήθειας» η έννοια της κρίσης εργαλειακά από-ιστορικοποιεί, δηλαδή αφαιρεί, στη βάση μιας γενικής λογικής, την μοναδικότητα των ιστορικών φαινομένων πάνω στα οποία εφαρμόζεται.

Δεν υπάρχει αμφιβολία  ότι το γεγονός που ονομάστηκε από πολλούς «Ευρωπαϊκή προσφυγική κρίση» διαχέεται στο χρόνο αφού αποτελεί στιγμή των ευρύτερων μετακινήσεων στον χώρο της Μεσογείου, οι οποίες ξεκίνησαν από την εποχή των «πολέμων εναντίον της τρομοκρατίας» στις αρχές του 21ου αιώνα και συνεχίζονται αδιάκοπα με μεταβαλλόμενα γεωγραφικά επίκεντρα μέχρι σήμερα. Επίσης διαχέεται στο χώρο αφού συνιστά όψη ενός παγκόσμιου φαινομένου που εξακολουθεί να έχει ως γεωγραφικό του επίκεντρό του τον ‘παγκόσμιο Νότο’, δηλαδή χώρες εκτός των ευρω-αμερικανικών μητροπόλεων. Ωστόσο η μεγάλη κορύφωση των πληθυσμιακών μετακινήσεων λόγω του πρόσφατου πολέμου στη γειτονική Συρία και οι συνέπειες τις οποίες έχουν κυρίως στις ευρωπαϊκές κοινωνίες από τις οποίες διέρχονται οι εκτοπισμένοι, όχι τόσο όσο λόγω του σχετικού τους μεγέθους, που παραμένει μικρό σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της ΕΕ, όσο λόγω του μεγάλου πολιτικού τους αντίκτυπου, επιτρέπουν να μιλήσουμε για «κρίση» με σημαντικές συνέπειες για την Ευρωπαϊκή ήπειρο.

 

«Πρόσφυγες» και «μετανάστες»

Η κατηγοριοποίηση των μετακινούμενων πληθυσμών αποτελεί αντικείμενο συζήτησης στην επιστημονική κοινότητα με σοβαρά επιχειρήματα τόσο υπέρ της γενικευμένης χρήσης της κατηγορίας «μετανάστης», ανεξάρτητα από τους οικονομικούς, πολιτικούς ή περιβαλλοντικούς λόγους της μετακίνησης, όσο και υπέρ της διατήρησης της κατηγορίας «πρόσφυγας», λόγω των θεσμικών και νομικών εγγυήσεων (προστασία και παροχή ασύλου) που εμπεριέχει υπέρ ανθρώπων που αναγκαστικά εκπατρίζονται και δεν μπορούν  επιστρέψουν στις εστίες τους. Εδώ αναγνωρίζουμε τον ιστορικά σχετικό χαρακτήρα αυτών των κατηγοριών, τη θεμελίωσή τους σε επίσημους λόγους όπως το διεθνές δίκαιο, τις κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες που έχει η χρήση τους σε ποικίλα πλαίσια και τη μεγάλη διάχυση των ορίων τους. Ωστόσο, στο βαθμό που μας ενδιαφέρουν οι πληθυσμιακές μετακινήσεις όχι καθεαυτές αλλά με αναφορά στις θεσμικές, νομικές και πολιτικές πραγματικότητες που τις διαμορφώνουν όπως και διαμορφώνονται από αυτές, εμμένουμε στη νομική κατηγορία του «πρόσφυγα», που έχει θεσμοθετήσει ο ΟΗΕ, και τη διακρίνουμε από αυτή του «μετανάστη».

 

Ένα κριτικό παρατηρητήριο

Γιατί «παρατηρητήριο»;Η διεθνώς καθιερωμένη έννοια του «παρατηρητηρίου», με τον αναμφισβήτητο οπτικοκεντρισμό της και την έμφαση στην απόλυτη διάκριση παρατηρητή και παρατηρούμενου, παραπέμπει στην επιστημολογικά ελεγχόμενη θέση του «αντικειμενισμού» και τη συνακόλουθη ιδέα του «αντικειμενικού δεδομένου». Σπεύδουμε, λοιπόν, να διευκρινίσουμε την ιδιαιτερότητα του παρόντος παρατηρητηρίου με την αυτονόητη επισήμανση ότι «αυτό» που παρατηρούμε είναι ανθρώπινα όντα, φορείς υποκειμενικοτήτων, και ότι η μετατροπή όψεων του βίου τους σε «δεδομένο» είναι μια παραγωγική διαδικασία που οργανώνεται γύρω από συγκεκριμένες δι-υποκειμενικές σχέσεις, πραγματοποιείται μέσα σε ιστορικά ορισμένα πεδία ισχύος και περιορίζεται από αντίστοιχους συσχετισμούς δυνάμεων.

Τα «δεδομένα», ανεξάρτητα από το χαρακτήρα τους –«ποιοτικά» ή «ποσοτικά»-, την προέλευσή τους –μπορεί να προέρχονται από συλλογικότητες, μεμονωμένους πολίτες ή θεσμικούς φορείς, όπως είναι το Λιμενικό, η Αστυνομία, ο ΔΟΜ (Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης) ή η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες - και το βαθμό επίσημης κύρωσής  τους, είναι δι-υποκειμενικά και σχετικά ως προς τους όρους παραγωγής τους. Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε ως κριτικό Παρατηρητήριο είναι να αναγνωρίζουμε συστηματικά τον σχετικό χαρακτήρα των δεδομένων που παρουσιάζουμεκαι να τα αναφέρουμε στους όρους παραγωγής τους. Το Παρατηρητήριο στέκεται κριτικά απέναντι στον νομιμοποιητικό χαρακτήρα που αποκτούν τέτοια δεδομένα στην διαμόρφωση πολιτικών παρεμβάσεων και αναγνωρίζει την πολιτική τους βαρύτητα και τις πολιτικές τους. Επιπλέον στο βαθμό που επιδιώκουμε την παραγωγή μιας πιο πολυδιάστατης και άρα αξιόπιστης εικόνας της «προσφυγικής κρίσης» όπως αυτή βιώνεται επί τόπου από τις πολλαπλές κατηγορίες ανθρώπων που μετέχουν σε αυτήν, μας ενδιαφέρει η εμπεριστατωμένη, (αυτό)κριτική και αναστοχαστική ματιά πάνω στα μέσα με τα οποία συλλέγονται τα δεδομένα και παράγεται η γνώση.

Η αξία του παρόντος Παρατηρητηρίου βασίζεται τόσο στην κριτική ενάργεια πάνω στις διαδικασίες παραγωγής των ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων όσο και στην ανάδειξη δεδομένων γύρω από αφανείς όψεις της προσφυγικής κρίσης. Οι μεθοδολογικές αυτές επισημάνσεις αποκτούν ειδικό βάρος λόγω της μεγάλης ρευστότητας, των αμφισβητούμενων νοημάτων και του τεράστιων πολιτικών διακυβευμάτων που χαρακτηρίζουν το προσφυγικό και μεταναστευτικό φαινόμενο.